50
Μάρτιος 2006
σελ.62-105
Σύρος
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η αλήθεια είναι, ότι η πρώτη μακρινή εικόνα από τη θάλασσα δεν είχε διεγείρει τον θαυμασμό μου. Στον ορίζοντα η Σύρος ήταν μια τυπική σιλουέτα άγονου κυκλαδίτικου νησιού, που πάνω του έμοιαζε να έχει εξαντλήσει όλη τη λιτότητα της η φύση του Αιγαίου. Λόφοι βραχώδεις και γυμνοί, με βλάστηση υποτυπώδη έως ανύπαρκτη. Μοναδικό τους στόλισμα αλλά και ίχνη χαρακτηριστικά ανθρώπινης παρουσίας, ένα δαιδαλώδες δίκτυο ξερολιθιών, που θυμίζουν από μακριά γιγαντιαίο ιστό αράχνης. Ωστόσο, η πρώτη εικόνα του νησιού είναι απατηλή, η Σύρος κρατάει από τον μακρινό θεατή επιμελώς κρυμμένα τα κάλλη της. Τα αποκαλύπτει ένα-ένα, θριαμβευτικά και με την αυταρέσκεια καλλονής, καθώς το πλοίο προσεγγίζει το λιμάνι. Αρχικά οι γαλάζιοι τρούλλοι των ναών του Αγ. Νικολάου και της Ανάστασης. Σε λίγο διαγράφονται οι αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες των αρχοντόσπιτων στη συνοικία «Βαπόρια», που, γαντζωμένα σε μια αδιάσπαστη οικοδομική ενότητα πάνω στους βράχους, καθρεφτίζονται μέσα στο νερό.
Το πλοίο ζυγώνει στην ακτή, παίρνει την τελική του ευθεία προς το λιμάνι. Αποκαλύπτονται δυο λόφοι κωνικοί που πλαισιώνουν την προκυμαία. Είναι οι λόφοι της Άνω Σύρου και της Ερμούπολης, κατάσπαρτοι με σπίτια λευκά και ωχροκίτρινα, ένα οικιστικό σύνολο συμπαγές και γραφικότατο, που από την παραλία ανηφορίζει ως τις κορφές. Εκεί δεσπόζουν οι ναοί του Αγ. Γεωργίου και της Ανάστασης, σύμβολα των αντίστοιχων δογμάτων του νησιού, του Καθολικού και του Ορθόδοξου. Είναι μια συνολική εικόνα ασύγκριτης μεγαλοπρέπειας, που είναι αδύνατον να σβήσει από τη μνήμη, και ανατρέπει καταλυτικά την αρχικώς άχρωμη όψη του νησιού. Κανείς, εν τούτοις, δεν μπορεί να μαντέψει από το κατάστρωμα του πλοίου τις – απαράμιλλης ομορφιάς – αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, την ιστορική διαδρομή, τους ρυθμούς ζωής, την ιδιαίτερη ταυτότητα και την αρχοντιά αυτού του τόπου. Επιχειρούμε λοιπόν σήμερα να επανορθώσουμε την παράλειψη των νεανικών μας χρόνων, τότε που είχαμε αρκεστεί μόνον σε μια φευγαλέα ματιά της Σύρου, υποκύπτοντας στη σαγήνη των σειρήνων κάποιων άλλων κυκλαδίτικων νησιών.
Το πλοίο ζυγώνει στην ακτή, παίρνει την τελική του ευθεία προς το λιμάνι. Αποκαλύπτονται δυο λόφοι κωνικοί που πλαισιώνουν την προκυμαία. Είναι οι λόφοι της Άνω Σύρου και της Ερμούπολης, κατάσπαρτοι με σπίτια λευκά και ωχροκίτρινα, ένα οικιστικό σύνολο συμπαγές και γραφικότατο, που από την παραλία ανηφορίζει ως τις κορφές. Εκεί δεσπόζουν οι ναοί του Αγ. Γεωργίου και της Ανάστασης, σύμβολα των αντίστοιχων δογμάτων του νησιού, του Καθολικού και του Ορθόδοξου. Είναι μια συνολική εικόνα ασύγκριτης μεγαλοπρέπειας, που είναι αδύνατον να σβήσει από τη μνήμη, και ανατρέπει καταλυτικά την αρχικώς άχρωμη όψη του νησιού. Κανείς, εν τούτοις, δεν μπορεί να μαντέψει από το κατάστρωμα του πλοίου τις – απαράμιλλης ομορφιάς – αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, την ιστορική διαδρομή, τους ρυθμούς ζωής, την ιδιαίτερη ταυτότητα και την αρχοντιά αυτού του τόπου. Επιχειρούμε λοιπόν σήμερα να επανορθώσουμε την παράλειψη των νεανικών μας χρόνων, τότε που είχαμε αρκεστεί μόνον σε μια φευγαλέα ματιά της Σύρου, υποκύπτοντας στη σαγήνη των σειρήνων κάποιων άλλων κυκλαδίτικων νησιών.
Κείμενο: Θεόφιλος Μπασγιουράκης
Φωτογραφίες: Άννα Καλαϊτζή
ΑΓΟΡΑ ΑΡΘΡΟΥ
Για να διαβάσετε το άρθρο πατήστε ΕΔΩ