72
Νοέμβριος 2009
σελ. 34-65
Όρος Πίνοβο
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
-Νοστάλγησα τα βόρεια σύνορα, μου λέει η Άννα.
-Ποια απ’ όλα; Έχουμε εκατοντάδες χιλιόμετρα βορείων συνόρων στην Ελλάδα.
-Στα ορεινά της Έδεσσας, στο Πίνοβο και στη Τζένα.
Στο άκουσμα των ονομάτων των δυο βουνών οι μνήμες επανέρχονται ζωηρές. Κι ας πέρασαν κιόλας οχτώ χρόνια απ’ τον Οκτώβρη του 2001. Τότε που διασχίσαμε το εκπληκτικό φαράγγι της Τζένας. Με την παρθένα βλάστηση, τον μεγάλο καταρράκτη και τα 25 (!) ξύλινα γεφυράκια, με κορμούς δέντρων πάνω από ρέματα με αμόλυντα νερά.
Μετά την γεμάτη υγρασία και μυστήριο ζούγκλα του φαραγγιού, μας είχε υποδεχτεί η Τζένα, με χαραδρώσεις και πλαγιές απογυμνωμένες από δέντρα. Ένα τοπίο λιτό και απέρριτο, σχεδόν μελαγχολικό. Μ’ αυτή τη συγκλονιστική ωραιότητα της γύμνιας των μεγάλων υψομέτρων. Όπου το μόνο που αντέχει στον παντοδύναμο βοριά είναι χορτάρι, σπιθαμιαίοι θάμνοι και αγριολούλουδα ταπεινά. Αγναντεύαμε μαγεμένοι από κείνα τα ψηλώματα μια την Ελλάδα και μια τα Σκόπια. Παντού ίδια η γη, δεν ξεχωρίζαμε πού τέλειωνε η μια χώρα και πού άρχιζε η άλλη. Κι αναρωτιόμασταν με αφέλεια γιατί να υπάρχουν σύνορα, γιατί να χωρίζουν οι αντιθέσεις τους λαούς.
Μετά, στρέψαμε το βλέμμα προς τη Δύση, ατενίζαμε το Πίνοβο. Γιγάντιο σε όγκο, ένα μακρυνάρι με χαραδρώσεις και πτυχώσεις, γκρεμούς και ορθοπλαγιές. Ωστόσο, στα υψίπεδά του έδειχνε ομαλό και φιλικό, μας προσκαλούσε σχεδόν. Τότε όμως δεν έφτανε ο χρόνος για το Πίνοβο. Ποτέ δεν φτάνει ο χρόνος όταν τον χρειάζεσαι. Γι’ αυτό και στη θέση της απόφασης, της δράσης, επιβιώνει η αναβολή. Το Πίνοβο, είπαμε τότε, δεν θα το ξεχνούσαμε. Απλά, μπορούσε λίγο να περιμένει. Η αοριστία της δέσμευσης μας ικανοποίησε, μας βόλεψε. Και βέβαια το Πίνοβο, όντας απόμακρο κι έξω από συνήθεις δρόμους και περάσματα, καλύφθηκε από λήθη, πυκνή σαν τις ομίχλες των βορείων συνόρων. Ως τη μέρα που το έφερε στο προσκήνιο η θύμηση της Άννας… Και τότε, ως εκ θαύματος, η αναβλητικότητα τόσων χρόνων έδωσε τη θέση της σε μια πυρετώδη ενεργητικότητα, που είχε ως μόνο στόχο της το Πίνοβο.
-Ποια απ’ όλα; Έχουμε εκατοντάδες χιλιόμετρα βορείων συνόρων στην Ελλάδα.
-Στα ορεινά της Έδεσσας, στο Πίνοβο και στη Τζένα.
Στο άκουσμα των ονομάτων των δυο βουνών οι μνήμες επανέρχονται ζωηρές. Κι ας πέρασαν κιόλας οχτώ χρόνια απ’ τον Οκτώβρη του 2001. Τότε που διασχίσαμε το εκπληκτικό φαράγγι της Τζένας. Με την παρθένα βλάστηση, τον μεγάλο καταρράκτη και τα 25 (!) ξύλινα γεφυράκια, με κορμούς δέντρων πάνω από ρέματα με αμόλυντα νερά.
Μετά την γεμάτη υγρασία και μυστήριο ζούγκλα του φαραγγιού, μας είχε υποδεχτεί η Τζένα, με χαραδρώσεις και πλαγιές απογυμνωμένες από δέντρα. Ένα τοπίο λιτό και απέρριτο, σχεδόν μελαγχολικό. Μ’ αυτή τη συγκλονιστική ωραιότητα της γύμνιας των μεγάλων υψομέτρων. Όπου το μόνο που αντέχει στον παντοδύναμο βοριά είναι χορτάρι, σπιθαμιαίοι θάμνοι και αγριολούλουδα ταπεινά. Αγναντεύαμε μαγεμένοι από κείνα τα ψηλώματα μια την Ελλάδα και μια τα Σκόπια. Παντού ίδια η γη, δεν ξεχωρίζαμε πού τέλειωνε η μια χώρα και πού άρχιζε η άλλη. Κι αναρωτιόμασταν με αφέλεια γιατί να υπάρχουν σύνορα, γιατί να χωρίζουν οι αντιθέσεις τους λαούς.
Μετά, στρέψαμε το βλέμμα προς τη Δύση, ατενίζαμε το Πίνοβο. Γιγάντιο σε όγκο, ένα μακρυνάρι με χαραδρώσεις και πτυχώσεις, γκρεμούς και ορθοπλαγιές. Ωστόσο, στα υψίπεδά του έδειχνε ομαλό και φιλικό, μας προσκαλούσε σχεδόν. Τότε όμως δεν έφτανε ο χρόνος για το Πίνοβο. Ποτέ δεν φτάνει ο χρόνος όταν τον χρειάζεσαι. Γι’ αυτό και στη θέση της απόφασης, της δράσης, επιβιώνει η αναβολή. Το Πίνοβο, είπαμε τότε, δεν θα το ξεχνούσαμε. Απλά, μπορούσε λίγο να περιμένει. Η αοριστία της δέσμευσης μας ικανοποίησε, μας βόλεψε. Και βέβαια το Πίνοβο, όντας απόμακρο κι έξω από συνήθεις δρόμους και περάσματα, καλύφθηκε από λήθη, πυκνή σαν τις ομίχλες των βορείων συνόρων. Ως τη μέρα που το έφερε στο προσκήνιο η θύμηση της Άννας… Και τότε, ως εκ θαύματος, η αναβλητικότητα τόσων χρόνων έδωσε τη θέση της σε μια πυρετώδη ενεργητικότητα, που είχε ως μόνο στόχο της το Πίνοβο.
Κείμενο: Θεόφιλος Μπασγιουράκης
Φωτογραφίες: Άννα Καλαϊτζή
ΑΓΟΡΑ ΑΡΘΡΟΥ
Για να διαβάσετε το άρθρο πατήστε ΕΔΩ